Σάββατο, Μαρτίου 31, 2007

Στη Μαρία


ΜΑΡΙΑ

'Εξω από το παράθυρο έλαμπε το πέλαγος.
Θα τρελλαθώ αν χαθεί το πέλαγος, είπε η Μαρία.
'Εκρυβε με τα χέρια τη γυμνότητα,
παράφορη, γυρίζοντας
με μια τρομαχτικήν απόγνωση σ' όλα τα κέντρα,
σ' όλους τους κινηματογράφους της πρωτεύουσας.
Τον γύρευε. Ρωτούσε τους πορτιέρηδες επίμονα.
Παραξενεύονταν που δεν τον είχε ιδεί κανείς.
Πού νάναι; πού είναι; πες μου τώρα, πες μου εσύ.
Πάντα γυμνή, τόσο άμυαλη. Και ξάφνου
μέσα στο φως: Λευτέρη! φώναξε
κι όρμησε πάνω του. Μα εκείνος
είταν βουβός, πολύ βουβός, ένας χαμένος
ίσκιος. Και την έσυρε. Και πέθαναν.
Τους πήρε το τιμόνι στον κατήφορο, τους τσάκισε
τα κόκκαλα και τα νεφρά. Πολύν καιρό
κατόπι μας βασάνισε η ψυχή τους.

Tάκης Σινόπουλος

-----

Στη φωτό η Μαρία Σινοπούλου, το γένος Ντόττα.
Θα μπορούσε να είναι κι η μάνα μου... Παιδικές αναμνήσεις από ανοιξιάτικες εκδρομές στα πέριξ και ναι, το κορίτσι στη φωτό θα μπορούσε να είναι η μάνα μου… Τί σημασία έχει;
Ένα όμορφο κορίτσι με μπαντάνα στα μαλλιά, ας υποθέσουμε πως δέκα χρόνια μετά το θάνατο του μεγαλύτερου ίσως μεταπολεμικού ποιητή, γίνεται αυτόχειρας... Υποθέσεις, αλήθειες, ψέματα τί σημασία έχει; Ποιος νοιάστηκε ποτέ γυναίκα ποιητή;

Δευτέρα, Μαρτίου 26, 2007

H λατρεμένη πριγκήπισσα


Στη χώρα των παραμυθιών λένε πως κάποτε ένας ξακουστός για τη σοφία του πρίγκηπας έκλεψε την καρδιά της πιο όμορφης πριγκηποπούλας του κόσμου! Σάλεψε ο πρίγκηπας, λένε τα παραμύθια, σάλεψε μόλις αντίκρισε τα κάλλη της, ένιωσε δέος άλλοι λένε, μα σίγουρα έφυγε σαστισμένος και ταξίδεψε δυτικά για να την ξεχάσει. Ποιος ξέρει γιατί… Σοφός δεν ήταν; Περιπλανήθηκε πάντως αρκετά, μη ξέροντας κι ο ίδιος το γιατί. Μόνο η μοίρα του ήξερε…
Η πριγκηποπούλα μένοντας απρόσμενα μονάχη, ένιωσε να σβήνει απ’ τη ζωή. Δεν ήταν μόνο αυτό το άγγιγμα στα ακροδάχτυλα που τους ένωσε, είναι που ένιωσε στην ανάσα αυτού του άντρα το αγαπημένο ταίρι της που τη σημάδευε για πάντα. Το παραμύθι λέει πως έφτασε μέχρι και το μαγικό σπίτι, πέρα μακριά απ’ το φαράγγι, να πάρει ένα χρησμό, να παρακαλέσει τα πνεύματα να της τον στείλουν πίσω κοντά της. Ο χρησμός συμβούλευε την πριγκήπισσα να κρατηθεί μακριά απ’ τον άντρα που αγάπησε. Ο χρησμός έλεγε ότι ο αγαπημένος της πρίγκηπας θα την αρνηθεί χίλιες φορές, μα δε θα πάψει ποτέ να την αγαπά. Ο χρησμός έλεγε πως κάποτε ο βασανισμένος πρίγκηπας θα γυρίσει κοντά στην αγαπημένη του αποφασισμένος να ζήσει μαζί της και τότε, έλεγε ο καταραμένος χρησμός, η πριγκήπισσα θα αρρωστήσει και θα πεθάνει μέσα στα χέρια του και στα φιλιά του…

---
Ανόητη πριγκήπισσα. Ποτέ δεν σταμάτησε να προσεύχεται για το γυρισμό του αγαπημένου της πρίγκηπα!

Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2007

Eυγνωμοσύνη, Umberto Saba


Ένας χρόνος που αυτή την εποχή ήμουν στη Ρώμη.
Είχα τη Ρώμη και την ευτυχία.
Τη μια γευόμουνα ελεύθερα, την άλλη
στα κρυφά, το κακό μάτι να ξορκίσω
Μα όλα
με ήθελαν μακάριο όλες τις ώρες.
Κι ενός δημιουργού Θεού η σκέψη μου ήταν.

Το Μιλάνο κάτω απ' το χιόνι είναι πιο θλιβερό,
ίσως πιο όμορφο. Πολλά πέρασα,
που μέσα μου ακόμη ζουν,
σ' αυτήν την ανθρώπινη κι οδυνηρή πολιτεία
Καταφεύγω στη θαλπωρή της κουζίνας' ένας συγγενής
που ξαναβρίσκω και χάνω, σηκώνει τα μάτια
και τη φωνή απ' τα δύσκολα τετράδια
Βλέπει τα λευκά λουλούδια' βλέπει τη μάνα του,
σκυμμένη με τις ασχολίες της. Και λέει
στρέφοντας το φαιδρό του πρόσωπο σε κείνη: "Mητερούλα,
σαν ξεμυτήσεις θα σε φιλήσει το χιόνι".

Κι η καρδιά δέχεται εκείνο το φιλί.

Απόδοση:Σωτ.Παστάκας

Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007

Έχει κι ο φτωχός πουλί

Να' χεις στόλους και βαπόρια
και πλεούμενα πελώρια

Με το δένε και το λύνε
λίγο βέβαια δεν είναι

Όμως της ζωής το αλάτι
βρίσκεται μες στο κρεβάτι

Μια μονάχα μες στις δέκα
να ' ναι αληθινή γυναίκα

Και τα τέτοια δεν τα θέλει
Κύριε Γιώργο Κύριε Τέλη

Μάθετέ το είναι καιρός
Ίδια τα 'δωκε ο Θεός

Τι λιγάκι τι πολύ
έχει κι ο φτωχός πουλί


Οδυσσέας Ελύτης,
ποίημα στη συλλογή οι ανορθογραφίες,
στην έκδοση "Τα Ρω του έρωτα",
εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία


---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Απ' το πρωί τρωγόμουν να βάλω ένα του Ρίλκε! Παγκόσμια ημέρα ποίησης σου λέει! Ρε ου να μου χαθείτε! Κοπρίτες, χαραμοφάηδες! Θου Κύριε, να μη πω που την έχουν γραμμένη την ποίηση, τα λαμόγια! Ο φτωχός και το πουλί του και πολύ σας πέφτει! Να τα κάψουν ρε όλα! Να μαζευτούν όλοι οι ποιητές στο Σύνταγμα και να τα κάψουν! Τσογλάνια! Mεγαλοεκδότες του φανταζί, του κουμπάρου, της θείτσας, του Γιάννη, της Ελένης...




Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007

Το σακί


Ήμουν παιδί ακόμη δεν τους καλοθυμάμαι.
Μπήκανε στο χωριό μου ένα πρωί
μα δε σταθήκανε. Περάσανε
αργά πάνω στο χιόνι. Τα γένια τους
ανάμεσα στα σύννεφα και στις κοτρόνες
καθώς τους φύτευε το βουνό.

Μονάχα ο τελευταίος δε φεύγει απ' το μυαλό μου.
Κράτα το άλογο, μου είπε
και βάζοντας το σκούφο του στην αμασχάλη
έσκυψε στο νερό να πιεί
και το 'να μάτι του με κοίταζε απ' το πλάι.

Κοίταζε τα κουρέλια μου
τα πόδια μου μες στις λινάτσες
τις ξόβεργες στα ξυλιασμένα χέρια μου
και πως του χαμογέλαγα
κρατώντας τ' άλογο με περηφάνια.
Το ίδιο εκείνο μάτι με κοίταζε τον άλλο χρόνο
αχνό βασιλεμένο
όταν αδειάσαν ματωμένο το σακί
και κύλησαν στη μέση της πλατείας
κομμένα τα κεφάλια τους.

Ήταν ο χρόνος που κατέβηκα στην πόλη
και πούλαγα τσιγάρα σε δρόμους και πλατείες.

Γιώργη Παυλόπουλου

Κυριακή, Μαρτίου 18, 2007

Σαν τον καραγκιόζη

http://www.youtube.com/watch?v=82Xy3yjitGc

Κείνο που με τρώει
κείνο που με σώζει
είναι π' ονειρεύομαι
σαν τον καραγκιόζη

Ό,τι και να πω
κάτι περισσεύει
Τρύπια ειν' η αγάπη μας
και δε μας προστατεύει

Λευκό μου σεντονάκι
λάμπα μου τρελή
Ποια αγάπη τάχα μας φυσάει
Βάλε στη σκιά σου τούτο το παιδί
Που δεν έχει απόψε πού να παει πού να παει

Σαν σκιές γλιστρούν λόγια και εικόνες
Κάρα σκουπιδιάρικα, φεύγουν οι χειμώνες
Αν δε ντρέπεσαινα καθίσεις πίσω
Έλα Ηπείρου κι Αχαρνών να σε γιουχαΐσω

Λευκό μου σεντονάκι
λάμπα μου τρελή
Ποια αγάπη τάχα μας φυσάει
Βάλε στη σκιά σου τούτο το παιδί
Που δεν έχει απόψε πού να πάει πού να πάει

Διον. Σαββόπουλου

Eικοστό...

...από τα "Είκοσι Ερωτικά Ποιήματα κι ένα
Τραγούδι Απελπισμένο" του Πάμπλο Νερούδα

Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Να γράψω, για παράδειγμα:" Η νύχτα ειν' αστερόεσσα,
και τρέμουνε, γαλάζια, τ' αστέρια μακριά".
Ο άνεμος της νύχτας γυρνάει στον ουρανό και τραγουδά.
Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Την αγάπησα, και φορές μ' αγάπησε κι εκείνη.
Νύχτες όπως αυτή την είχα μες στα χέρια μου.
Τη φίλησα τόσες φορές κάτω από τον απέραντο ουρανό.
Μ' αγάπησε, κάποιες φορές κι εγώ την αγαπούσα.
Πώς να μην αγαπήσω τα μεγάλα μάτια της τα έντονα.
Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Να σκεφτώ πως δεν την έχω. Να νιώσω πως την έχω χάσει.
Ν' ακούσω την τεράστια νύχτα, πιο τεράστια χωρίς αυτήν.
Κι ο στίχος πέφτει στην ψυχή όπως στη χλόη η δροσιά.
Τί πειράζει που η αγάπη μου δεν γίνονταν να την κρατήσει.
Η νύχτα είν' αστερόεσσα κι αυτή δεν είναι πια μαζί μου.
Αυτό ειν' όλο. Στο βάθος κάποιος τραγουδά. Στο βάθος.
Δεν το δέχεται η ψυχή μου ότι πια την έχει χάσει.
Σαν για να την πλησιάσει η ματιά μου την ψάχνει.
Η καρδιά μου την ψάχνει, και δεν είναι πια μαζί μου.
Ίδια η νύχτα που λευκαίνει τα ίδια δέντρα.
Εμείς εκείνοι από το παρελθόν, δεν είμαστε πια ίδιοι.
Πια δεν τη θέλω, είναι σίγουρο, μα πόσο την αγάπησα.
Γύρευε άνεμο η φωνή μου την ακοή της για ν' αγγίξει.
Του άλλου. Θα 'ναι του άλλου. Όπως πριν των φιλιών μου.
Η φωνή, το φωτεινό κορμί της. Τ' απέραντα μάτια της.
Πια δεν την αγαπώ, είναι σίγουρο, μα ίσως να την αγαπώ.
Είναι τόσο μικρή η αγάπη, κι είναι μεγάλη η λησμονιά.
Γιατί νύχτες όπως αυτή την είχα μες στα χέρια μου,
και δεν το δέχεται η ψυχή μου ότι πια την έχει χάσει.
Αν και αυτός θα 'ναι ο τελευταίος πόνος που μου δίνει,
κι αυτοί θα ' ναι οι τελευταίοι στίχοι που της γράφω.

Μετάφραση Βασ. Λαλιώτη

Παρασκευή, Μαρτίου 16, 2007

Η κακοκαιρία των προσχημάτων

Το ανέβαλες. Κακοκαιρία μεγάλη, πέσανε χιόνια
κλείσανε οι δρόμοι, πάγοι, μεγάλη ολισθηρότης.
Καλά έκανες. Εάν δεν είναι ολισθηρή η επιθυμία
προς τι να έρθει;
---
Kική Δημουλά

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2007

Παρενθετικά

Λευτέρης(12/3/2007 14:42:42): Δεν έχω λόγια.... (ξέρεις τι νιώθω...)
Κατερίνα(12/3/2007 14:42:54): οκ
Κατερίνα(12/3/2007 14:43:01): κατάλαβα
Λευτέρης(12/3/2007 14:43:08): δηλ.ξέρεις;;;;;;
Κατερίνα(12/3/2007 14:43:14): ναι...
Λευτέρης(12/3/2007 14:43:28): o.k...
Λευτέρης(12/3/2007 14:43:36): ... (σγπ)
Κατερίνα(12/3/2007 14:43:42): κι εγώ...
Κατερίνα(12/3/2007 14:43:47): (πολύ...)

Κυριακή, Μαρτίου 11, 2007

Άτιτλο 1

Θέλω να δω και να πιστέψω
είπε
κι έψαυσε τα σημάδια των καρφιών
πάνω στο βιβλίο με τα παραμύθια
---
Από τότε
έχασε το προνόμιο να πονάει
και να ονειρεύεται
έγινε ένα με το είδωλό του
και γυρίζει βουβός κι αλλόφρων
μέσα στους καθρέφτες
τις νύχτες
---
Γιώργος Αναγνωστόπουλος

Σύγνεφο με παντελόνια

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι
(Ένα μικρό απόσπασμα απ' το Τετράπτυχο)

Σε σένα Λιλή

...
Αλό, αλό!
Ποιός εκεί;
Α εσύ μητέρα,
Μητέρα, ο γιός σας είναι εξαίσια άρρωστος.
Μητέρα!
Πάσχει από πυρκαϊά καρδιάς.
Πέστε στις αδερφές, τη Λιούντα και την Όλια,
δεν έχει πια που ν'απαγγιάσει.
Κάθε λέξη,
ακόμα κι ένα αστείο
που φτύνει απ'το καψαλιασμένο στόμα του,
πετάγεται όξω σαν πόρνη γδυτή
απόνα μπορντέλο που' πιασε φωτιά.
...
Στο πρόσωπο που ακόμα καίγεται,
απ' τη σκισμάδα των χειλιών,
ένα μικρό-μικρό φιλί απανθρακωμένο
προβαίνει να ριχτεί στο δρόμο.
Μητέρα.
Δε μπορώ να τραγουδήσω.
Στο παρεκκλήσι της καρδιάς μου
τα ψαλτήρια καίγονται...


Εδώ το τελευταίο του γράμμα
http://www.epohi.gr/zoe_vladimir_issues_162003.htm

Eρωτικό

Κι αν γεννηθείς κάποια στιγμή
Μιαν άλλη που δε θα υπάρχω
Μη φοβηθείς
Και θα με βρείς είτε σαν άστρο
Όταν μονάχος περπατάς στην παγωμένη νύχτα
Είτε στο βλέμμα ενός παιδιού που θα σε προσπεράσει
Eίτε στη φλόγα ενός κεριού που θα κρατάς
Διαβαίνοντας το σκοτεινό το δάσος

Γιατί ψηλά στον ουρανό που κατοικούνε τ’ άστρα
Μαζεύονται όλοι οι ποιητές
Και οι εραστές καπνίζουν σιωπηλοί πράσινα φύλλα
Μασάν χρυσόσκονη πηδάνε τα ποτάμια
Και περιμένουν
Να λιγωθούν οι αστερισμοί και να λιγοθυμήσουν
Να πέσουν μεσ’ στον ύπνο σου
Να γίνουν αναστεναγμός στην άκρη των χειλιών σου
Να σε ξυπνήσουν και να δεις απ’ το παραθυρό σου

Το προσωπό μου φωτεινό
Να σχηματίζει αστερισμό
Να σου χαμογελάει
Και να σου ψιθυρίζει
Καλή νύχτα

Μάνος Χατζιδάκις 1966, από τη συλλογή “Μυθολογία”

Σάββατο, Μαρτίου 10, 2007

Φέιρούζ

Η Φέιρούζ σηκώνει χείλη
προς ουρανό
για να βρέξει γιασεμί
κάτω σ' αυτούς που βρέθηκαν εκεί
χωρίς να ξέρουν την αγάπη που φωλιάζει μέσα τους

(Ρόνυ Σονέκ, ισραηλινός ποιητής που γεννήθηκε στη Βαγδάτη)

Παρασκευή, Μαρτίου 09, 2007

Άχνα!

"Άχνα! Μη-βγάλεις ά-χ-ν-α!"
Κάθε που τις έτρωγα ακολουθούσε και το βασανιστήριο της σιγής του πόνου! Με κοίταζε ίσα στα μάτια και πρότεινε επιτακτικά το δάκτυλό της μπροστά στο σαστισμένο μου προσωπάκι γιατί δεν σήκωνε αντίρρηση. Ήθελε να μου επιβάλλει μια σιωπή κοφτή, φρεναριστή με την πλάτη στητή κι από μέσα μου λυγμοί να σπάνε τα σπλάχνα ουρλιαχτό μα να μη τολμάς να το αποθέσεις σε έξω χρόνο και τόπο. Γιατί η μάνα μας ήταν "η σκληρή" που σεβόταν το πένθος γιατί πίστευε ότι ήταν ιερό να τηρείς τη διαδικασία του και μάλιστα με απόλυτη ακρίβεια, μια ιεροτελεστία ένα πράγμα τόσο απλό για αυτήν να πενθείς στητός, ντίβα λέω τώρα.., γιατί αυτό ήταν όλο δικό σου κι ο αποδέκτης του πένθους σου ήσουν μονάχα εσύ καταμόναχος, δεν αφορούσε κανέναν άλλον κι αυτό έπρεπε με κάποιο τρόπο να στο διδάξει.. Και πώς να σου περάσει τη στόφα μιας ντίβας όταν ο κόσμος μας ήτανε τόσο μικρός και πώς να σε υποβάλλει να σταθείς σα μπαλαρίνα στο χώρο με τους καθρέπτες, τα γκράν ζετέ και τις μπάρες., όταν οι μόνες εικόνες που έπαιρνες γύρω σου ήταν τα πανηγύρια με τις υπερβολές των μικρών ανθρώπων..
Ψηλά το κεφάλι, λοιπόν, στητός ο λαιμός σου και άχνα!
Μη βγάλεις άχνα!
Ά-χ-ν-α!