Δευτέρα, Απριλίου 23, 2007

Όρθρου βαθέος, του Νίκου Εγγονόπουλου









Εκείνο που σ’ εμένα
συγκινούσε
-και συγκινεί πάντοτε-
τους
ανθρώπους
είναι
η καταπληκτική μου ομοιότης
με τον
Αβραάμ Λίνκολν

Μάλιστα σαν κάποτες ανεγέρθηκε το μπρούτζινό μου άγαλμα
σε μιαν οποιαδήποτε πλατεία του Πειραιώς
εναπόθεσαν
στα πόδια μου σιωπηλά
κάτι
που έμοιαζε
-δεν εδιάκρινα καλά πάν’ απ’ το βάθρον-
σαν λείψανο
σα χάλκινο
μαγκάλι
μ’ αναμμένα κάρβουνα

περίμενα, να νυχτώσει καλά
κι όταν πλησίασα
να δω
διεπίστωσα
-με τι χαρά-
ότι δεν είταν τίποτ’ άλλο
παρά
τα μαύρα μάτια της γυναίκας π’ αγαπώ
που
ελάμπανε
μεσ’ στο
σκοτάδι


1946

Σάββατο, Απριλίου 21, 2007

των ματιών τα παλιά έγγραφα, του Σωκράτη

(Καθάρια η ψυχή του εδώ)

Από την έλξη στον κόσμο κινήθηκα
και στους λόφους φορές πολλές δυο στήθη
κατά κράτος νικήθηκα
μέσα στο ακούγομαι
σέρνοντας τα γεράνια σεντόνια στα πόδια σου

Δυναστεία των ρόδων
πού ξυπνάς
πού λυπάσαι
Μια διάθεση
μάντιδα δάφνη στο στόμα
Πες εκείνα τα λόγια
των ασωμάτων το βάρος
τ` ανεξέλεγκτα φωνήεντα πες
το μέγα ρεύμα που βαφτίστηκε ο άνεμος
και κοιμάται τώρα στην ηχώ αρωμάτων

Στο πέραν του γέλιου
των ματιών τα παλιά έγγραφα ξεφυλλίζω

Σωκράτης Ξένος

σαν κρίνα


ωραία σας τσακίζω μωρά μου
σαν κρίνα

Κυριακή, Απριλίου 15, 2007

Τον εαυτό του παιδί



(To τραγουδάκι από Μάριο Φραγκούλη, σε στίχους Παρασκευά Καρασούλου)

Όταν ήμουν παιδί έξω ακριβώς απ το σπίτι μας έχωνα το ξυπόλυτο πόδι μου στο αυλάκι με το νερό που κατέβαινε από κατηφορικό δρόμο με ορμή. Έβρισκα ακριβώς το σημείο που πια δροσερά γαργαλιόμουν στην πατούσα, ζύγιαζα το κορμί μου καλά -το ένα πόδι πάνω στο τσιμέντο τ' άλλο σα να περπατούσα πάνω στα κύματα- έκλεινα τα μάτια και ένιωθα περίεργα. Μάλλον ευτυχία. Ηδονή, λέω τώρα. Ένα παιχνίδι ήταν κι αυτό σαν όλα τ' άλλα..